- Γηροστράτου
- Γηρόστρατοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Στράτων — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αρχαίος φιλόσοφος από τη Λάμψακο, γιος του Αρκεσίλαου, που άκμασε κατά τον 3o αι. π.Χ. Ο Σ. επιδόθηκε, παράλληλα με τη φιλοσοφία, και με τη μελέτη της φυσικής. Ο Σ. ήταν μαθητής του φιλόσοφου Θεόφραστου, τον οποίο… … Dictionary of Greek